Σημείωμα της Σύνταξης
Σημείωμα της Σύνταξης – Τεύχος 644 (Φεβρουάριος 2022)
Στη σύγχρονη ιστορία, του νεοελληνικού κράτους η δεκαετία του 1910 θεωρείται ως η πιο ταραχώδης πολιτικά, που οδήγησε στον όλεθρο. Η μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Ελευθερίου Βενιζέλου διαμάχη δημιούργησε τον Εθνικό Διχασμό, που με τη σειρά του επέφερε την Καταστροφή του 1922.
Η μακρά πολιτική αστάθεια είχε πολώσει σε τέτοιο βαθμό τους πολίτες, τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς, προοιωνίζοντας την εθνική τραγωδία. Το εκλογικό αποτέλεσμα του 1920 αποτύπωσε με τον πιο «καθαρό» τρόπο αυτόν τον διχασμό. Γεωγραφικά η Παλαιά Ελλάδα είχε «κουραστεί» να πολεμά για να υλοποιήσει τα μαξιμαλιστικά σχέδια περί Μεγάλης Ελλάδας. Στον αντίποδα οι Νέες Χώρες είχαν σαν σημαία τους τον Αλυτρωτισμό.
Μετά από τις εκλογές του 1920 η «κωνσταντινική» κυβέρνηση κλήθηκε να κερδίσει έναν πόλεμο, έχοντας ως μέσο ένα «βενιζελικό» στράτευμα. Η ασυνεννοησία επικράτησε ακόμη και εντός της αντιβενιζελικής συμμαχίας. Από τις εκλογές του 1920 έως την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, δηλαδή σε διάστημα μόλις 22 μηνών, η χώρα άλλαξε 6 κυβερνήσεις, μη μπορώντας αυτές να λάβουν τη γενναία απόφαση: ανακωχή, ώστε να σωθεί (εάν θα μπορούσε να σωθεί) ο ελληνισμός αυτών των περιοχών. Ακόμη και οι κινηματίες, αφού πήραν στα χέρια τους τα ηνία της χώρας μετά την Καταστροφή, διχάστηκαν προσπαθώντας η μερίδα των σκληροπυρηνικών (Πάγκαλος και Οθωναίος) να εξοστρακίσουν τους πιο μετριοπαθείς (Πλαστήρα και Γονατά).
Διαχρονικά το μέγα πρόβλημα της εκάστοτε αντιπολίτευσης είναι ότι προεκλογικά καλλιεργεί προσδοκίες, που όταν αποκτήσει την εξουσία δεν μπορεί να υλοποιήσει. Έτσι και οι αντιπολιτευόμενοι «κωνσταντινικοί» του 1919 αυτοεγκλωβίστηκαν, όταν τους δόθηκε η εντολή να κυβερνήσουν. Παρομοίως και η μείζονα αντιπολίτευση του 1920 υποστήριζε την με κάθε τρόπο παραμονή του Ελληνικού στρατού στη Μικρασία, χαρακτηρίζοντας την ενδεχόμενη ανακωχή ως μειοδοσία. Άλλωστε η κυβερνητική επιτυχία θεωρούνταν απίθανη, η επικείμενη εθνική αποτυχία θα επιβάρυνε εξολοκλήρου την κυβέρνηση και η αντιπολίτευση θα «θριάμβευε» κυριολεκτικά επί πτωμάτων.
Όταν τα ανθρώπινα ποτάμια των ξεριζωμένων πλημύρισαν την Αθήνα, δίψαγαν για αίμα και αυτό δεν θα ήταν άλλο από εκείνο των κυβερνητικών ηγετών. Οι Ευρωπαίοι ζήτησαν τη διεξαγωγή τακτικής δίκης. Η αντιπολίτευση σιώπησε. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ έπραξε ουδέν. Τελικά κατόπιν συνοπτικών διαδικασιών οι έξι πολιτικοί και στρατιωτικοί επικεφαλής της χώρας καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν. Ωστόσο η ηρεμία δεν επήλθε. Ο κοινοβουλευτισμός «ανεστάλη» και για πρώτη φορά την πρωθυπουργία ανέλαβε ένας πραξικοπηματίας στρατιωτικός, ο Γονατάς.
Ο πραγματικός σκοπός της Δίκης των Έξι ήταν να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα, να «ξεριζώσει» τον κωνσταντινισμό από τη χώρα και να εξολοθρεύσει κυριολεκτικά την ηγεσία της αντιβενιζελικής παράταξης. Σε καμία περίπτωση δεν επρόκειτο για μία δίκαιη δίκη. Τελικά ο «κωνσταντινισμός» εξαλείφθηκε με τον πλέον φυσικό τρόπο, τον βιολογικό θάνατο του Κωνσταντίνου 5 μήνες μετά από την Καταστροφή. Όσον αφορά την πολιτική, η κατάσταση όχι μόνο δεν εξομαλύνθηκε, αλλά το χάσμα διευρύνθηκε, δίνοντας τη δυνατότητα σε επίδοξους στρατιωτικούς να προκαλέσουν διαδοχικά κινήματα. Όσον αφορά την ίδια τη Δίκη, το 2009 ο Άρειος Πάγος αποφάσισε ότι επρόκειτο περί δικαστικής πλάνης και έναν χρόνο αργότερα αυτή επαναλήφθηκε, οπότε και οι εκτελεσθέντες αθωώθηκαν σχεδόν 90 χρόνια αργότερα.
Διονύσης Ν. Μουσμούτης
Εκδότης – Διευθυντής
Τεύχος 644 (Φεβρουάριος 2022)
Γράψτε ένα σχόλιο
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.