Σημείωμα της Σύνταξης
Σημείωμα της Σύνταξης – Τεύχος 657 (Μάρτιος 2023)
Πενήντα πέντε, με εξήντα χιλιάδες ενήλικοι αλλά και είκοσι πέντε με τριάντα χιλιάδες παιδιά βρέθηκαν στο τέλος του Εμφυλίου στην άλλη πλευρά των συνόρων, στην «υπερορία», όπως την αποκαλούσαν οι κομμουνιστές, στο Σιδηρούν Παραπέτασμα, όπως το ονόμασε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ. Γι’ αυτούς και για τις συνθήκες της ζωής τους εκεί επικράτησε παρατεταμένη σιωπή. Οι πολιτικοί πρόσφυγες, όπως έμεινε ο όρος για να ξεχωρίσουν από τους πρόσφυγες της μικρασιατικής καταστροφής, άργησαν να απασχολήσουν την ιστοριογραφία.
Οι πρώτες συμβολές στην εξερεύνηση αυτού του τραυματικού παρελθόντος ξεκίνησαν μεταπολιτευτικά, μέσω δημοσιευμένων μαρτυριών στελεχών του ΚΚΕ. Οι μαρτυρίες αυτές, αν και εντάσσονταν στο πλαίσιο της ενδοκομμουνιστικής αντιπαράθεσης ΚΚΕ και ΚΚΕ Εσωτερικού, παρείχαν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη ζωή των Ελλήνων στην Ανατολική Ευρώπη και στην ΕΣΣΔ.
Ο όρος πολιτικός πρόσφυγας υπήρξε ασαφής και σε κάποιες περιπτώσεις παραπλανητικός. Υπό την ασαφή λοιπόν κατηγορία του πολιτικού πρόσφυγα στοιβάχτηκαν τουλάχιστον πέντε διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων: α) τα στελέχη του κόμματος και οι εθελοντές αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, για τους οποίους θα ταίριαζε απολύτως ο όρος του πρόσφυγα, με βάση τα κριτήρια της Σύμβασης της Γενεύης, β) οι επιστρατευμένοι αντάρτες, άντρες και γυναίκες, που είχαν στρατολογηθεί για να πολεμήσουν στις γραμμές του ΔΣΕ και εντέλει βρέθηκαν στο Σιδηρούν Παραπέτασμα, γ) οι κάτοικοι των παραμεθόριων χωριών της Βόρειας Ελλάδας που υποχρεώθηκαν από τον ΔΣΕ να εκκενώσουν τα χωριά τους και να ακολουθούσαν τους αντάρτες στην «υπερορία», δ) οι αιχμάλωτοι στρατιώτες και αξιωματικοί του ελληνικού στρατού που πήραν μαζί τους οι αντάρτες στην Αλβανία και στη συνέχεια επιβιβάστηκαν στα πλοία της «προσφυγιάς» και ε) τα χιλιάδες παιδιά του «παιδομαζώματος». Σε αυτούς θα προσθέσουμε και μία έκτη κατηγορία: τους σλαβόφωνους Σλαβομακεδόνες αντάρτες και αμάχους που εγκατέλειψαν τις εστίες τους με κατεύθυνση τη Γιουγκοσλαβία (ιδιαίτερα μετά τη ρήξη Τίτο-Στάλιν το 1948) προκειμένου να λιποτακτήσουν από τον ΔΣΕ ή να μη στρατολογηθούν από αυτόν.
Η συντριπτική πλειονότητα των κομμουνιστών ανταρτών που παρέμειναν σε γιουγκοσλαβικό έδαφος ήταν Σλαβομακεδόνες. Είχαν επανδρώσει τα τμήματα του Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου, το οποίο είχε δράσει στη διάρκεια του ελληνικού Εμφύλιου πολέμου στο πλευρό του ΔΣΕ. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, περίπου είκοσι χιλιάδες Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες ζούσαν στη Γιουγκοσλαβία στις αρχές της δεκαετίας του 1950.
Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1950 οι εναπομείναντες Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες στη Γιουγκοσλαβία εξελίχθηκαν σε σημαντικό παράγοντα που επηρέαζε τις διμερείς σχέσεις ανάμεσα στο Βελιγράδι και στην Αθήνα. Υπήρξαν φορείς του σλαβομακεδονικού αλυτρωτισμού και με τις ενέργειές τους συχνά τορπίλισαν τις διμερείς σχέσεις, οδηγώντας σε διπλωματικές κρίσεις. Η εμπλοκή τους έγινε ακόμη πιο έντονη όταν μετά το 1982 η ελληνική πολιτεία επέτρεψε τον επαναπατρισμό όλων των πολιτικών προσφύγων, εκτός εκείνων που δεν ανήκαν στο «ελληνικό γένος». Μετά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας της ΠΓΔΜ ριζοσπαστικοποιήθηκαν ακόμη περισσότερο, αναδεικνύοντας την υπόθεσή τους σε εθνική. Μέχρι και σήμερα, δυστυχώς, παραμένουν ίσως ο πιο κρίσιμος παράγοντας αποσταθεροποίησης στις σχέσεις ανάμεσα στα Σκόπια και στην Αθήνα.
Διονύσης Ν. Μουσμούτης
Εκδότης – Διευθυντής
Τεύχος 657 (Μάρτιος 2023)
Γράψτε ένα σχόλιο
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.