Σημείωμα της Σύνταξης
Σημείωμα της Σύνταξης – Τεύχος 618 (Δεκέμβριος 2019)
Ο θεσμός της βασιλείας παρέμεινε ισχυρός στην ελληνική πολιτεία για περισσότερο από έναν αιώνα, χάρη αφενός στο γράμμα των Συνταγμάτων και του ορλεανικού τρόπου εφαρμογής τους, και αφετέρου στο γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες έβλεπαν τη βασιλεία ως το αντίδοτο στην «αναρχία», στην επανάσταση και στον εμφύλιο πόλεμο.
Στην Ελλάδα, η βασιλεία κουβαλούσε πάντοτε τα κατάλοιπα του μοναρχικού παρελθόντος της. Κατά τη γένεση του νεοελληνικού κράτους η «κυβέρνησις» (δηλ. το πολίτευμα) οριζόταν ως «μοναρχική και κληρονομική», και ο Βασιλεύς ήταν «κυριάρχης της Ελλάδος». Μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 η βασιλεία έγινε συνταγματική, ενώ μετά την έξωση του Όθωνα πραγματοποιήθηκαν μεγάλα βήματα προόδου προς την κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού, αρχής γενομένης με το Σύνταγμα του 1864.
Μετά την αλλαγή δυναστείας το 1863, ο νέος βασιλιάς των Ελλήνων Γεώργιος Α΄ κατέπαυσε την εμφύλια διαμάχη που επακολούθησε της έξωσης του Όθωνα. Η βασιλεία του διήρκεσε μισό αιώνα, μέχρι τη δολοφονία του το 1913. Ο διάδοχός του Κωνσταντίνος Α΄, αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού, βασίλεψε τις περιόδους 1913-1917 και 1920-1922. Αποτελεί μάλλον παγκόσμια μοναδικότητα το γεγονός ότι και τα τρία άρρενα τέκνα του Κωνσταντίνου Α΄ ανήλθαν κατά διαστήματα στον θρόνο της χώρας: ο Γεώργιος Β΄ τις περιόδους 1922-1924, 1935-1941 και 1946-1947, ο Αλέξανδρος Α΄ την περίοδο 1917-1920 και ο Παύλος Α΄ από το 1947 μέχρι το 1964.
Μετά την έλευση του Ελευθερίου Βενιζέλου, στην Ελλάδα οι φανατικοί φίλοι της βασιλείας ταύτισαν από την πρώτη στιγμή (1910) το κίνημα της «Ανορθώσεως» με την «αναρχία» και την κοινωνική και πολιτική αποσύνθεση. Η προσέγγιση της βασιλείας ως αντιδότου στην «αναρχία» δεν ήταν βεβαίως ένα ευφυολόγημα των αντιβενιζελικών και των Ελλήνων βασιλοφρόνων, αλλά είχε μακρά προϊστορία και ρίζες στη ρωμαϊκή πολιτική σκέψη. Η βασιλεία (ο πολιτειακός κανόνας στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, με εξαίρεση τη Γαλλία) είχε επομένως στην Ελλάδα αυτή την ιδιαίτερη λειτουργία: Ο άναξ, με το επιπρόσθετο πλεονέκτημα ότι ήταν ξένος, λειτουργούσε συσπειρωτικά σε περιπτώσεις εμφυλίου πολέμου.
Η παλινόρθωση της μοναρχίας το 1935 ήταν αποτέλεσμα μιας στρατιωτικής επέμβασης, η οποία επικυρώθηκε από ένα διαβλητό δημοψήφισμα. Η νομιμοποιητική βάση του θρόνου ήταν συνεπώς ασθενής. Στη συνέχεια, η προσφυγή του Γεωργίου Β΄ στη δικτατορία, στις 4 Αυγούστου 1936, αποστέρησε το Στέμμα από την υποστήριξη των αστικών κοινοβουλευτικών δυνάμεων. Κατά την Κατοχή, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις θα απαιτούσαν τη διενέργεια δημοψηφίσματος με τη λήξη του πολέμου, ώστε να αποφασίσει οριστικά ο ελληνικός λαός για το πολιτειακό. Μόνος υποστηρικτής της μοναρχίας απέμεινε η Βρετανία, η οποία έβλεπε στον Γεώργιο τον αναγκαίο παράγοντα για τη διασφάλιση της συνέχειας της ελληνικής πολιτικής και της διαιώνισης της βρετανικής επιρροής.
Μετά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά η βασιλεία απέκτησε νέα ζωτικότητα και ευρύτερη αποδοχή ως πόλος συσπείρωσης και εγγύηση κατά του κομμουνισμού, αν και το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946 δεν έλυσε οριστικά το πολιτειακό ζήτημα. Στη συνέχεια ο Παύλος ενσάρκωσε δυναμικά τον νέο ρόλο της βασιλείας με αξιοσημείωτη επιτυχία, αντίθετα με τον γιο του και διάδοχό του Κωνσταντίνο Β΄, ο οποίος το 1967 έχασε την ευκαιρία να γίνει εγγυητής της συνταγματικής τάξης. Αυτή ίσως ήταν και η τελευταία ιστορική ευκαιρία για τη βασιλεία στην Ελλάδα, που με το δημοψήφισμα του 1974 αποτέλεσε οριστικά παρελθόν.
Διονύσης Ν. Μουσμούτης
Εκδότης – Διευθυντής
Τεύχος 618 (Δεκέμβριος 2019)
Γράψτε ένα σχόλιο
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.